Ανακωχή στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανακωχή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
trégua, tréguas, trégua de, truce, armistício
Ανακωχή στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακωχή

ανακωχή ετυμολογία, ανακωχή μούδρου, ανακωχή μουδανιών, ανακωχή αγγλικά, ανακωχή χριστουγέννων 1914, ανακωχή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανακωχή στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ανακριτικός στα πορτογαλικά - inquisitorial, inquisitório, inquisitivo, inquisitória, inquisidor
  • ανακτώ στα πορτογαλικά - remir, reparar, repor, reconquistar, recupere, recuo, reaver, ...
  • ανακόπτω στα πορτογαλικά - interceda, intervir, verificação, interceptar, travar, verificar, fiscalizar, ...
  • ανακύκλωση στα πορτογαλικά - reciclagem, de reciclagem, reciclagem de, a reciclagem, recicl
Τυχαίες λέξεις
Ανακωχή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: trégua, tréguas, trégua de, truce, armistício