Ανακωχή στα φινλανδικά

Μετάφραση: ανακωχή, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tulitauko, aselepo, aselevon, aselepoa, aselevosta, välirauhan
Ανακωχή στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακωχή

ανακωχή ετυμολογία, ανακωχή μούδρου, ανακωχή μουδανιών, ανακωχή αγγλικά, ανακωχή χριστουγέννων 1914, ανακωχή λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ανακωχή στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανακριτικός στα φινλανδικά - tutkintapuolen, inkvisitoriseen, inkvisiittorimainen, inkvisition
  • ανακτώ στα φινλανδικά - korjata, toipua, entisöidä, entistää, muistaa, kunnostaa, ennallistaa, ...
  • ανακόπτω στα φινλανδικά - rakoilla, katkaista, pidäke, tauko, ravintolalasku, varsi, varren, ...
  • ανακύκλωση στα φινλανδικά - kierrätys, kierrätystä, kierrätyksen, kierrätykseen, kierrätys-
Τυχαίες λέξεις
Ανακωχή στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tulitauko, aselepo, aselevon, aselepoa, aselevosta, välirauhan