Αναπληρώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναπληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
возещата, заместник, заместващ, заместващи
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπληρώνω
αναπληρώνω συνώνυμα, εκπληρώνω συνώνυμα, αναπληρώνω αγγλικά, αναπληρώνω στα αγγλικά, αναπληρώνω συνωνυμο, αναπληρώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναπληρώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναπληρωτής στα βουλγαρικά - приложение, заместник, зам., заместник-
- αναπληρώ στα βουλγαρικά - представям, дублирам, замествам, замества националния, да го замества
- αναπνέω στα βουλγαρικά - дишам, диша, дишаме, дишат, вдишва
- αναπνοή στα βουλγαρικά - подухване, полъх, дъх, дишане, дишането, дихателен, дихателни, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπληρώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: возещата, заместник, заместващ, заместващи
Μεταφράσεις: возещата, заместник, заместващ, заместващи