Απλώνομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απλώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Спред, Спредовете, спредове, Пасти за намазване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απλώνομαι
πλενομαι αόριστος, απλώνομαι συνώνυμα, αναλώνομαι συνώνυμο, απλώνομαι κλίση, απλώνομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απλώνομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απλός στα βουλγαρικά - прост, просто, проста, прости, лесен
- απλότητα στα βουλγαρικά - простота, простотата, опростяване, опростеност, леснота
- απλώνω στα βουλγαρικά - разстилам се по, изпълва, разстилам, осмислят, изпълват
- απλώς στα βουλγαρικά - просто, поляко, само, просто да, просто се
Τυχαίες λέξεις
Απλώνομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: Спред, Спредовете, спредове, Пасти за намазване
Μεταφράσεις: Спред, Спредовете, спредове, Пасти за намазване