Απλώνομαι στα τσεχικά
Μετάφραση: απλώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
roztahovat, Spready, Pomazánky, Rozpětí, pomazánky na, Rozpěrače
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απλώνομαι
πλενομαι αόριστος, απλώνομαι συνώνυμα, αναλώνομαι συνώνυμο, απλώνομαι κλίση, απλώνομαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, απλώνομαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- απλός στα τσεχικά - obyčejný, poctivý, pouhý, otevřený, přímý, čestný, bezvýznamný, ...
- απλότητα στα τσεχικά - bezelstnost, skromnost, čistota, prostota, naivita, jednoduchost, jednoduchosti, ...
- απλώνω στα τσεχικά - rozhazovat, rozšiřování, namazat, rozetřít, roznést, rozlít, rozprostírat, ...
- απλώς στα τσεχικά - prostě, jednoduše, pouze, jen, jedině, potom
Τυχαίες λέξεις
Απλώνομαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: roztahovat, Spready, Pomazánky, Rozpětí, pomazánky na, Rozpěrače
Μεταφράσεις: roztahovat, Spready, Pomazánky, Rozpětí, pomazánky na, Rozpěrače