Απλώνομαι στα κροατικά
Μετάφραση: απλώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pasti, opružiti, namazi, spreadovi, Spreads, namaza, se širi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απλώνομαι
πλενομαι αόριστος, απλώνομαι συνώνυμα, αναλώνομαι συνώνυμο, απλώνομαι κλίση, απλώνομαι λεξικό γλώσσας κροατικά, απλώνομαι στα κροατικά
Μεταφράσεις
- απλός στα κροατικά - puki, iskren, neposredan, pošten, jezero, skroman, prav, ...
- απλότητα στα κροατικά - čednost, jednostavnost, iskrenost, pojednostavnjenost, jednostavnosti, jednostavnošću
- απλώνω στα κροατικά - prostor, rasprostrijeti, širiti, obliti, zaliti
- απλώς στα κροατικά - prosto, samo, potpuno, sasvim, jednostavno, naprosto, se jednostavno, ...
Τυχαίες λέξεις
Απλώνομαι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: pasti, opružiti, namazi, spreadovi, Spreads, namaza, se širi
Μεταφράσεις: pasti, opružiti, namazi, spreadovi, Spreads, namaza, se širi