Αστράφτω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αστράφτω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
олекоти, олекне, изсветлите, облекчи, облекчаване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστράφτω
αστράφτω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αστράφτω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αστοχώ στα βουλγαρικά - мис, Miss, на мис
- αστράγαλος στα βουλγαρικά - глезен, глезена, изкълчи глезена, глезените, на глезена
- αστραπές στα βουλγαρικά - мълния, светкавица, светкавици, мълнии, гръмотевична
- αστραφτερός στα βουλγαρικά - Светъл и, Светло и, Светли и, Светла и
Τυχαίες λέξεις
Αστράφτω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: олекоти, олекне, изсветлите, облекчи, облекчаване
Μεταφράσεις: олекоти, олекне, изсветлите, облекчи, облекчаване