Αυτοκίνητος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αυτοκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
самостоятелно, самостоятелна, себе, себе си, самообслужване
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκίνητος
αυτοκίνητος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αυτοκίνητος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αυτοδύναμος στα βουλγαρικά - самоуверен, разчитат на себе си, разчитат на себе, самоуверени
- αυτοκίνητο στα βουλγαρικά - автомобила, автомобил, кола, колата, автомобили, коли
- αυτοκινητιστής στα βουλγαρικά - автомобилист, шофьор, моторист
- αυτοκράτορας στα βουλγαρικά - император, тиран, самодържец, кайзер, императора, Emperor, за император
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκίνητος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: самостоятелно, самостоятелна, себе, себе си, самообслужване
Μεταφράσεις: самостоятелно, самостоятелна, себе, себе си, самообслужване