Αυτοκίνητος στα γερμανικά
Μετάφραση: αυτοκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Selbsttätiger, selbst, Eigen, zur Selbst
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκίνητος
αυτοκίνητος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυτοκίνητος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αυτοδύναμος στα γερμανικά - selbständig, selbstständig, selbständige, selbständiger
- αυτοκίνητο στα γερμανικά - selbstbeweglich, personenkraftwagen, kraftwagen, kraftfahrzeug, personenwagen, automobil, pkw, ...
- αυτοκινητιστής στα γερμανικά - autofahrer, Autofahrer, Kraftfahrer, Fahrer
- αυτοκράτορας στα γερμανικά - imperator, kaiser, alleinherrscher, autokrat, Kaiser, Kaisers, Emperor, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκίνητος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: Selbsttätiger, selbst, Eigen, zur Selbst
Μεταφράσεις: Selbsttätiger, selbst, Eigen, zur Selbst