Αυτοκίνητος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αυτοκίνητος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
automovente, automovimento
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοκίνητος
αυτοκίνητος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυτοκίνητος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αυτοδύναμος στα πορτογαλικά - autoconfiante, autossuficientes
- αυτοκίνητο στα πορτογαλικά - automóvel, automóveis, carro, de carro, carro de, de automóveis
- αυτοκινητιστής στα πορτογαλικά - automobilista, motorista, de motorista, motoristas, automobilistas
- αυτοκράτορας στα πορτογαλικά - imperador, emperor, o Imperador
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκίνητος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: automovente, automovimento
Μεταφράσεις: automovente, automovimento