Βρίθω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βρίθω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобилстват, преуспявате, изобилства, изобилно, преумножава
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρίθω
βρίθω ορισμός, βρίθω συνώνυμα, βρίθω από, βρίθω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βρίθω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βρήκα στα βουλγαρικά - намерени, намерено, намери, установено, бе открита
- βρίζω στα βουλγαρικά - злоупотребление, оригване, оригна, оригвам, се оригна, оригването
- βρίσκομαι στα βουλγαρικά - съм, берилий, аз
- βρίσκω στα βουλγαρικά - намирам, намерите, намери, намерят, откриете
Τυχαίες λέξεις
Βρίθω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изобилстват, преуспявате, изобилства, изобилно, преумножава
Μεταφράσεις: изобилстват, преуспявате, изобилства, изобилно, преумножава