Βρίθω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: βρίθω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мець шмат, багатыя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρίθω
βρίθω ορισμός, βρίθω συνώνυμα, βρίθω από, βρίθω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βρίθω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- βρήκα στα λευκορωσικά - будаваць, знойдзены, знойдзеную, адшуканы
- βρίζω στα λευκορωσικά - адрыжка, отрыжка, адрыжка з
- βρίσκομαι στα λευκορωσικά - Я
- βρίσκω στα λευκορωσικά - знаходзiць, знаходзіць, шукаць
Τυχαίες λέξεις
Βρίθω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: мець шмат, багатыя
Μεταφράσεις: мець шмат, багатыя