Διάζωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διάζωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
китеник, шаяк, аба, бордюр, фриз
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάζωμα
διάζωμα ορισμός, διάζωμα λεξικό, διάζωμα « αρχαία θέατρα» τησ μπένος το «διάζωμα» αθήνα νοέμβριος 2009 σελ. 6, διάζωμα δελφοί, διάζωμα μπένος, διάζωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διάζωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διάδοση στα βουλγαρικά - разпространение, разпространението, спред, разпространяване, разпространява
- διάδρομος στα βουλγαρικά - коридор, коридора, антре, вестибюл
- διάθεση στα βουλγαρικά - настроение, характер, изхвърляне, разположение, обезвреждане, унищожаване, погребване
- διάθλαση στα βουλγαρικά - пречупване, рефракция, рефракцията, на пречупване
Τυχαίες λέξεις
Διάζωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: китеник, шаяк, аба, бордюр, фриз
Μεταφράσεις: китеник, шаяк, аба, бордюр, фриз