Διάζωμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διάζωμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
friso, frieze, tecido de lã, bordadura, frisa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάζωμα
διάζωμα ορισμός, διάζωμα λεξικό, διάζωμα « αρχαία θέατρα» τησ μπένος το «διάζωμα» αθήνα νοέμβριος 2009 σελ. 6, διάζωμα δελφοί, διάζωμα μπένος, διάζωμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διάζωμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διάδοση στα πορτογαλικά - renome, fama, propagação, disseminação, difusão, dispersão, espalhou
- διάδρομος στα πορτογαλικά - galeria, corredor, passagem, entrada, hallway, hall, vestíbulo
- διάθεση στα πορτογαλικά - temperamento, inclinar, têmpera, narrar, humor, ambiência, relatar, ...
- διάθλαση στα πορτογαλικά - refração, refraction, refracção, de refração, de refracção
Τυχαίες λέξεις
Διάζωμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: friso, frieze, tecido de lã, bordadura, frisa
Μεταφράσεις: friso, frieze, tecido de lã, bordadura, frisa