Διάζωμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: διάζωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фриз, фріз
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάζωμα
διάζωμα ορισμός, διάζωμα λεξικό, διάζωμα « αρχαία θέατρα» τησ μπένος το «διάζωμα» αθήνα νοέμβριος 2009 σελ. 6, διάζωμα δελφοί, διάζωμα μπένος, διάζωμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάζωμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διάδοση στα ουκρανικά - поговір, поголоска, слух, поголос, поширення, розповсюдження, поширеною
- διάδρομος στα ουκρανικά - коридор, передпокій, прихожа, прихожая, Передпокої, вітальня
- διάθεση στα ουκρανικά - загартувати, схильність, диспозиція, жебрак, настрій, характер, тельфер, ...
- διάθλαση στα ουκρανικά - переломлення, заломлення, відбиття
Τυχαίες λέξεις
Διάζωμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фриз, фріз
Μεταφράσεις: фриз, фріз