Διάψευση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: διάψευση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
опровержение, отричане, отказ, отричането, отказа, отрицание
Διάψευση στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάψευση

διάψευση συνωνυμο, διάψευση δημοσιεύματος, διάψευση λεξικο, διάψευση συνώνυμα, διάψευση από το αγιορείτικο βήμα, διάψευση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διάψευση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • διάφορος στα βουλγαρικά - различни, разни, различните, на различни, различна
  • διάχυση στα βουλγαρικά - излияние, дифузия, разпространение, дифузионен, дифузионно, дифузионна
  • διέγερση στα βουλγαρικά - стимулиране, стимулация, стимулирането, стимулиране на, стимулацията
  • διένεξη στα βουλγαρικά - диспут, спор, спорове, на спорове, спора
Τυχαίες λέξεις
Διάψευση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: опровержение, отричане, отказ, отричането, отказа, отрицание