Διάψευση στα τούρκικα
Μετάφραση: διάψευση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inkâr, reddi, inkar, reddine, inkârı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάψευση
διάψευση συνωνυμο, διάψευση δημοσιεύματος, διάψευση λεξικο, διάψευση συνώνυμα, διάψευση από το αγιορείτικο βήμα, διάψευση λεξικό γλώσσας τούρκικα, διάψευση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διάφορος στα τούρκικα - değişik, farklı, ayrı, muhtelif, çeşitli
- διάχυση στα τούρκικα - yayılma, difüzyon, difüzyonu, diffüzyon, yayılması
- διέγερση στα τούρκικα - heyecan, uyarım, stimülasyon, stimülasyonu, uyarılması, uyarımı
- διένεξη στα τούρκικα - kavga, mücadele, tartışma, ihtilaf, anlaşmazlık, uyuşmazlık, anlaşmazlığı, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάψευση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: inkâr, reddi, inkar, reddine, inkârı
Μεταφράσεις: inkâr, reddi, inkar, reddine, inkârı