Διάψευση στα λιθουανικά
Μετάφραση: διάψευση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsisakymas, paneigimas, neigimas, denial, neigimą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάψευση
διάψευση συνωνυμο, διάψευση δημοσιεύματος, διάψευση λεξικο, διάψευση συνώνυμα, διάψευση από το αγιορείτικο βήμα, διάψευση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διάψευση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διάφορος στα λιθουανικά - įvairus, įvairių, įvairios, įvairūs, įvairius
- διάχυση στα λιθουανικά - paplitimas, difuzijos, sklaida, difuzija, sklaidymas
- διέγερση στα λιθουανικά - susijaudinimas, stimuliavimas, stimuliacija, skatinimas, stimuliacijos, stimuliavimo
- διένεξη στα λιθουανικά - prieštaravimas, konfliktas, ginčas, ginčų, ginčo, ginčą, ginčai
Τυχαίες λέξεις
Διάψευση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsisakymas, paneigimas, neigimas, denial, neigimą
Μεταφράσεις: atsisakymas, paneigimas, neigimas, denial, neigimą