Διάψευση στα ιταλικά

Μετάφραση: διάψευση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
smentita, confutazione, negazione, rifiuto, diniego, la negazione
Διάψευση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάψευση

διάψευση συνωνυμο, διάψευση δημοσιεύματος, διάψευση λεξικο, διάψευση συνώνυμα, διάψευση από το αγιορείτικο βήμα, διάψευση λεξικό γλώσσας ιταλικά, διάψευση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διάφορος στα ιταλικά - differente, vario, diverso, vari, varie, diverse, diversi
  • διάχυση στα ιταλικά - diffusione, la diffusione, di diffusione, diffusion, diffusione di
  • διέγερση στα ιταλικά - eccitazione, stimolazione, stimolo, la stimolazione, di stimolazione, stimoli
  • διένεξη στα ιταλικά - controversia, disputa, questione, vertenza, bisticciare, disputare, bega, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάψευση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: smentita, confutazione, negazione, rifiuto, diniego, la negazione