Δικαστής στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δικαστής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
магистрат, съдия, съдията, съдии, съди
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαστής
δικαστής δέρνει την ανήλικη κόρη του, δικαστής αποστολάκης, δικαστής gr, δικαστής σε κόλπο με πλαστή διαθήκη, δικαστής γρεβενών κα μαρία μαργαρίτη, δικαστής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δικαστής στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δικανικός στα βουλγαρικά - съдебен, съдебномедицински, съдебномедицинска, криминалистиката
- δικαστήριο στα βουλγαρικά - трибунал, двор, съд, корт, съда, съдебно, юрисдикция
- δικαστικός στα βουλγαρικά - съдебен, съдебната, съдебно, съдебна, съдебното
- δικηγόρος στα βουλγαρικά - адвокат, юрист, адвоката, адвокатът
Τυχαίες λέξεις
Δικαστής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: магистрат, съдия, съдията, съдии, съди
Μεταφράσεις: магистрат, съдия, съдията, съдии, съди