Δόλωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δόλωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стръв, примамка, примамки, стръвта
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόλωμα
δόλωμα για λαβράκια, δόλωμα σωλήνας, δόλωμα γαρίδα, δόλωμα σαρδέλα, δόλωμα μπικατίνι, δόλωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δόλωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δόλιος στα βουλγαρικά - дебнат, спотайва, крие, дебне, затаени
- δόλος στα βουλγαρικά - измама, измамата, коварство, измами, заблуда
- δόνηση στα βουλγαρικά - вибрация, вибрации, вибрациите, на вибрации, на вибрациите
- δόξα στα βουλγαρικά - слава, славата, блясък, великолепие
Τυχαίες λέξεις
Δόλωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: стръв, примамка, примамки, стръвта
Μεταφράσεις: стръв, примамка, примамки, стръвта