Δόλωμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: δόλωμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
beita, beitan, æja, beitu, agn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόλωμα
δόλωμα για λαβράκια, δόλωμα σωλήνας, δόλωμα γαρίδα, δόλωμα σαρδέλα, δόλωμα μπικατίνι, δόλωμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δόλωμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δόλιος στα ισλανδικά - liggja í leyni, lurking, liggja í leyni í, sem bíður, leyni
- δόλος στα ισλανδικά - svik, sviksemi, blekkingar
- δόνηση στα ισλανδικά - titringur, titring, titringi, titrings
- δόξα στα ισλανδικά - dýrð, vegsemd, dýrðin, heiður, dýrðar
Τυχαίες λέξεις
Δόλωμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: beita, beitan, æja, beitu, agn
Μεταφράσεις: beita, beitan, æja, beitu, agn