Δόλωμα στα εσθονικά
Μετάφραση: δόλωμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sööt, peibutis, peibutama, söödaks, sööda, sööta, söödalaevade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόλωμα
δόλωμα για λαβράκια, δόλωμα σωλήνας, δόλωμα γαρίδα, δόλωμα σαρδέλα, δόλωμα μπικατίνι, δόλωμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, δόλωμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δόλιος στα εσθονικά - puiklev, ringiminev, eksitav, valelik, varitsemine, peituvad, hiilib, ...
- δόλος στα εσθονικά - pettus, kavalus, pettusega, pettust, pettusel
- δόνηση στα εσθονικά - vibratsioon, võnkumine, vappumine, värisemine, vibratsiooni, vibratsiooniga, vibratsioonist, ...
- δόξα στα εσθονικά - hiilgus, kuulsus, aupaiste, au, hiilguse, hiilguses, kirkus
Τυχαίες λέξεις
Δόλωμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sööt, peibutis, peibutama, söödaks, sööda, sööta, söödalaevade
Μεταφράσεις: sööt, peibutis, peibutama, söödaks, sööda, sööta, söödalaevade