Δόλωμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δόλωμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
irritar, atrair, isca, engodo, isco, bait, iscas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόλωμα
δόλωμα για λαβράκια, δόλωμα σωλήνας, δόλωμα γαρίδα, δόλωμα σαρδέλα, δόλωμα μπικατίνι, δόλωμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δόλωμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δόλιος στα πορτογαλικά - enviesado, oblíqua, espreita, à espreita, espreitando, escondido, lurking
- δόλος στα πορτογαλικά - fraude, engano, dolo, enganos, o engano
- δόνηση στα πορτογαλικά - vibrar, vibrações, vibração, vibre, de vibração, a vibração, da vibração
- δόξα στα πορτογαλικά - glorificar, glória, a glória, glory, gloria
Τυχαίες λέξεις
Δόλωμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: irritar, atrair, isca, engodo, isco, bait, iscas
Μεταφράσεις: irritar, atrair, isca, engodo, isco, bait, iscas