Εγκαθιστώ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εγκαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
инсталирам, инсталирате, инсталиране, инсталиране на, инсталиран
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαθιστώ
εγκαθιστώ αγγλικα, εγκαθιστώ στα αγγλικά, εγκαθιστώ συνώνυμα, εγκαθιστώ κληρονόμο, εγκαθιστώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγκαθιστώ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εγκαθίσταμαι στα βουλγαρικά - уредят, уреди, утаи, уреждане, установят
- εγκαθιδρύω στα βουλγαρικά - egkathidryo
- εγκαινιάζω στα βουλγαρικά - отворено, отворен, отворена, отворени, отварям, откривам, открие, ...
- εγκαλώ στα βουλγαρικά - обвинявам, съди, да съди, призовавам на съд
Τυχαίες λέξεις
Εγκαθιστώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: инсталирам, инсталирате, инсталиране, инсталиране на, инсталиран
Μεταφράσεις: инсталирам, инсталирате, инсталиране, инсталиране на, инсталиран