Εγκλείω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εγκλείω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
покривам, Кутия, заграждам с дъски, изливам в кофраж, обвивам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλείω
εγκλείω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγκλείω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικό στα βουλγαρικά - удар, инсулт, ход, мозъчен инсулт, хода
- εγκεφαλικός στα βουλγαρικά - церебрален, церебрална, мозъчен, мозъчна, мозъчната
- εγκλεισμός στα βουλγαρικά - Капсулирането, капсулиране, Капсулиращ, Encapsulation, Капсулацията
- εγκληματίας στα βουλγαρικά - престъпник, престъпен, криминален, наказателното, наказателно
Τυχαίες λέξεις
Εγκλείω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: покривам, Кутия, заграждам с дъски, изливам в кофраж, обвивам
Μεταφράσεις: покривам, Кутия, заграждам с дъски, изливам в кофраж, обвивам