Εγκλείω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εγκλείω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aptaisyti, dėti, Pakuojama, pakuoti, Obec
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλείω
εγκλείω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εγκλείω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικό στα λιθουανικά - insultas, insulto, taktų, smūgis, insultą
- εγκεφαλικός στα λιθουανικά - cerebrinis, smegenų, galvos smegenų, cerebrinės, cerebriniu
- εγκλεισμός στα λιθουανικά - Kapsuliuoti, hermetizuoti, kapsuliavimą, Inkapsuliacija, kapsuliavimas
- εγκληματίας στα λιθουανικά - nusikaltėlis, baudžiamasis, baudžiamosios, baudžiamoji, nusikalstama
Τυχαίες λέξεις
Εγκλείω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aptaisyti, dėti, Pakuojama, pakuoti, Obec
Μεταφράσεις: aptaisyti, dėti, Pakuojama, pakuoti, Obec