Εγκλείω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εγκλείω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
encase
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκλείω
εγκλείω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εγκλείω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικό στα ισλανδικά - slag, högg, heilablóðfall, heilablóðfalli, slagi
- εγκεφαλικός στα ισλανδικά - heila, í heila, heilaæðum, heilablæðing, heila-
- εγκλεισμός στα ισλανδικά - hjúpun, hylkjunarvél, hjúpunarskilvirkni
- εγκληματίας στα ισλανδικά - glæpamaður, glæpsamlegt, glæpastarfsemi, afbrot, glæpsamleg
Τυχαίες λέξεις
Εγκλείω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: encase
Μεταφράσεις: encase