Εκλειπτική στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκλειπτική, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
еклиптика, еклиптичен, еклиптичната, еклиптичния, еклиптиката
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλειπτική
ελλειπτική τροχιά, εκλειπτική λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκλειπτική στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκλέγω στα βουλγαρικά - новоизбран, избран, избира, елект, избраните
- εκλέξιμος στα βουλγαρικά - избираем, приемлив, допустими, допустимите, отговаря на условията
- εκλεκτικός στα βουλγαρικά - селективен, селективна, селективно, селективни, избирателно
- εκλεκτός στα βουλγαρικά - избран, мача, за мача, избрана, избрания
Τυχαίες λέξεις
Εκλειπτική στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: еклиптика, еклиптичен, еклиптичната, еклиптичния, еклиптиката
Μεταφράσεις: еклиптика, еклиптичен, еклиптичната, еклиптичния, еклиптиката