Εκλειπτική στα ισλανδικά
Μετάφραση: εκλειπτική, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Vetrarbrautir, Sólbaugur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλειπτική
ελλειπτική τροχιά, εκλειπτική λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκλειπτική στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εκλέγω στα ισλανδικά - kjósa, útvöldu, Verðandi, útvalda
- εκλέξιμος στα ισλανδικά - gjaldgeng, hæf, til greina, gjaldgengar, gjaldgengur
- εκλεκτικός στα ισλανδικά - sértækur, sérhæfðir, sértækt, sértæka, sértæk
- εκλεκτός στα ισλανδικά - kjör, valið, valin, valinn, valdir, kosið
Τυχαίες λέξεις
Εκλειπτική στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Vetrarbrautir, Sólbaugur
Μεταφράσεις: Vetrarbrautir, Sólbaugur