Εκλειπτική στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εκλειπτική, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
экліптыкі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλειπτική
ελλειπτική τροχιά, εκλειπτική λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εκλειπτική στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εκλέγω στα λευκορωσικά - выбраныя, абраныя, выбранцы
- εκλέξιμος στα λευκορωσικά - права
- εκλεκτικός στα λευκορωσικά - селектыўны, сэлектыўны
- εκλεκτός στα λευκορωσικά - абраны, выбраны, вылучаны
Τυχαίες λέξεις
Εκλειπτική στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: экліптыкі
Μεταφράσεις: экліптыкі