Εξερευνητής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξερευνητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изследовател, Explorer, пътешественик
Εξερευνητής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξερευνητής

εξερευνητής λεξικών, εξερευνητής των windows, ισπανός εξερευνητής, μίκυ εξερευνητής, εξερευνητήσ κολωνάκι, εξερευνητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξερευνητής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξελίσσομαι στα βουλγαρικά - изчезвам, премине на разстояние, мине, минеш, изкарат
  • εξελικτικός στα βουλγαρικά - еволюционен, еволюционно, еволюционна, еволюционната, еволюционното
  • εξερευνώ στα βουλγαρικά - изследвам, проучвате, проучи, изследва, изследват
  • εξερεύνηση στα βουλγαρικά - проучване, изследване, проучването, изследването, изследване на
Τυχαίες λέξεις
Εξερευνητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изследовател, Explorer, пътешественик