Εξερευνητής στα ισλανδικά
Μετάφραση: εξερευνητής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
landkönnuður, Explorer, landkönnuðurinn, könn-, könnuður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξερευνητής
εξερευνητής λεξικών, εξερευνητής των windows, ισπανός εξερευνητής, μίκυ εξερευνητής, εξερευνητήσ κολωνάκι, εξερευνητής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εξερευνητής στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εξελίσσομαι στα ισλανδικά - fara, standast, framhjá, fara framhjá, fara í
- εξελικτικός στα ισλανδικά - evolutional
- εξερευνώ στα ισλανδικά - kanna, skoða, að kanna, kannað, rannsaka
- εξερεύνηση στα ισλανδικά - könnun, rannsóknir, rannsóknar-
Τυχαίες λέξεις
Εξερευνητής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: landkönnuður, Explorer, landkönnuðurinn, könn-, könnuður
Μεταφράσεις: landkönnuður, Explorer, landkönnuðurinn, könn-, könnuður