Επωφελούμαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επωφελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Взимам, вземам, да взема, ли да, аз се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επωφελούμαι
επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι συνώνυμα, επωφελούμαι κλιση, επικαλούμαι κλιση, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επωφελούμαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επωνυμία στα βουλγαρικά - название, име, името, наименование, име на
- επωφελής στα βουλγαρικά - изгоден, благоприятен, изгодно, предимство, изгодна
- επόμενος στα βουλγαρικά - до, следващата, следващия, следващото, следваща
- επόπτης στα βουλγαρικά - инспектор, ръководител, контрольор, началник, надзорник, на надзорник
Τυχαίες λέξεις
Επωφελούμαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: Взимам, вземам, да взема, ли да, аз се
Μεταφράσεις: Взимам, вземам, да взема, ли да, аз се