Επωφελούμαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επωφελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
benefício, beneficiar, Aproveito, eu tomo, eu levo, tomo, levo
Επωφελούμαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επωφελούμαι

επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι συνώνυμα, επωφελούμαι κλιση, επικαλούμαι κλιση, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επωφελούμαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επωνυμία στα πορτογαλικά - nome, nome do, nome de, o nome, nome da
  • επωφελής στα πορτογαλικά - vantajoso, vantajosa, vantajosas, vantajosos, vantagem
  • επόμενος στα πορτογαλικά - seguinte, jornal, next, próximo, próxima, ao lado
  • επόπτης στα πορτογαλικά - inspector, capataz, supervisor, supervisor de, supervisor do, fiscal, orientador
Τυχαίες λέξεις
Επωφελούμαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: benefício, beneficiar, Aproveito, eu tomo, eu levo, tomo, levo