Επωφελούμαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: επωφελούμαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aš, manau, galiu manyti, Norėčiau pasinaudoti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επωφελούμαι
επωφελούμαι αντιθετο, επωφελούμαι συνώνυμα, επωφελούμαι κλιση, επικαλούμαι κλιση, επωφελούμαι τινόσ, επωφελούμαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επωφελούμαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επωνυμία στα λιθουανικά - pavadinimas, vardas, pavadinimą, pavardė, vardą
- επωφελής στα λιθουανικά - naudingas, naudinga, naudingiausias, palanki, naudingiausio
- επόμενος στα λιθουανικά - šis, kitas, šalia, kitais, Kitą, sekančią
- επόπτης στα λιθουανικά - vadovas, priežiūros, priežiūros institucija, prižiūrėtojas, s priežiūros
Τυχαίες λέξεις
Επωφελούμαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aš, manau, galiu manyti, Norėčiau pasinaudoti
Μεταφράσεις: aš, manau, galiu manyti, Norėčiau pasinaudoti