Ηγεμονικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ηγεμονικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разкошен, великолепен, княжество, княжески, княжеска
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηγεμονικός
ηγεμονικός πόλεμος, ηγεμονικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ηγεμονικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ηγήτορας στα βουλγαρικά - ръководител, водач, Лидер, Leader, на ЛИДЕР
- ηγεμονία στα βουλγαρικά - ръководство, хегемония, хегемонията, хегемонията на, хегемония на
- ηγεμόνας στα βουλγαρικά - монарх, суверенен, суверен, суверенна, суверенното, суверенната
- ηγεσία στα βουλγαρικά - ръководство, водачество, ръководене, лидерство, ръководството
Τυχαίες λέξεις
Ηγεμονικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разкошен, великолепен, княжество, княжески, княжеска
Μεταφράσεις: разкошен, великолепен, княжество, княжески, княжеска