Ηγεμονικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ηγεμονικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
real, principesco, principesca, príncipe, principado, princely
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηγεμονικός
ηγεμονικός πόλεμος, ηγεμονικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ηγεμονικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ηγήτορας στα πορτογαλικά - líder, líder de, líder do, líder da, chefe
- ηγεμονία στα πορτογαλικά - hegemonia, a hegemonia, hegemonia do, da hegemonia
- ηγεμόνας στα πορτογαλικά - soberano, lembrança, sumo, soberana, soberania, soberanos, soberanas
- ηγεσία στα πορτογαλικά - chefia, liderança, de liderança, a liderança, da liderança
Τυχαίες λέξεις
Ηγεμονικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: real, principesco, principesca, príncipe, principado, princely
Μεταφράσεις: real, principesco, principesca, príncipe, principado, princely