Ηγεμονικός στα νορβηγικά

Μετάφραση: ηγεμονικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fyrstelig, kongelig, fyrste, fyrstelige, prinse
Ηγεμονικός στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηγεμονικός

ηγεμονικός πόλεμος, ηγεμονικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ηγεμονικός στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ηγήτορας στα νορβηγικά - leder, fører, Leader, lederen, ledende
  • ηγεμονία στα νορβηγικά - ledelse, hegemoni, hegemoniet, herredømme
  • ηγεμόνας στα νορβηγικά - leder, hersker, monark, fører, suverene, Sovereign, suveren, ...
  • ηγεσία στα νορβηγικά - ledelse, lederskap, ledelsen, leder, lederskapet
Τυχαίες λέξεις
Ηγεμονικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fyrstelig, kongelig, fyrste, fyrstelige, prinse