Ηγεμονικός στα τούρκικα
Μετάφραση: ηγεμονικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
soylu, Prens, princely, hatırı, Prens bir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηγεμονικός
ηγεμονικός πόλεμος, ηγεμονικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ηγεμονικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ηγήτορας στα τούρκικα - kılavuz, lider, önder, lideri, Leader, lideridir
- ηγεμονία στα τούρκικα - hegemonya, hegemonyası, hegemonyasının, hegemonyanın, hegemonyasına
- ηγεμόνας στα τούρκικα - lider, kılavuz, kral, önder, hükümdar, egemen, ülke, ...
- ηγεσία στα τούρκικα - liderlik, liderliği, lider, önderlik, liderliğini
Τυχαίες λέξεις
Ηγεμονικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: soylu, Prens, princely, hatırı, Prens bir
Μεταφράσεις: soylu, Prens, princely, hatırı, Prens bir