Ιδιότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ιδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
качество, свойство, имот, собственост, имущество, на имота, имота
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότητα
ιδιότητα αγγλικά, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα darboux, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα μετάφραση, ιδιότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ιδιότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ιδιωτικός στα βουλγαρικά - частен, лично, частния, частни, частно
- ιδιόμορφος στα βουλγαρικά - странен, особен, особена, своеобразен, своеобразна
- ιδιότροπος στα βουλγαρικά - темпераментния, капризен, съчетани с, капризни, причудливите, странен
- ιδού στα βουλγαρικά - ето, Lo, Ло
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: качество, свойство, имот, собственост, имущество, на имота, имота
Μεταφράσεις: качество, свойство, имот, собственост, имущество, на имота, имота