Ιδιότητα στα νορβηγικά
Μετάφραση: ιδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
attributt, eiendom, eiendommen, hotellet, egenskapen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότητα
ιδιότητα αγγλικά, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα darboux, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα μετάφραση, ιδιότητα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ιδιότητα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ιδιωτικός στα νορβηγικά - privat, private, eget, egen, personlig
- ιδιόμορφος στα νορβηγικά - underlig, entall, særegne, særegen, eiendommelige, merkelig, spesiell
- ιδιότροπος στα νορβηγικά - eksentrisk, underlig, lunefull, snurrig, lune, snodige
- ιδού στα νορβηγικά - lo, se, Lav
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότητα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: attributt, eiendom, eiendommen, hotellet, egenskapen
Μεταφράσεις: attributt, eiendom, eiendommen, hotellet, egenskapen