Ιδιότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: ιδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tulajdonság, ingatlan, tulajdon, tulajdonjogok, ingatlanok
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότητα
ιδιότητα αγγλικά, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα darboux, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα μετάφραση, ιδιότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ιδιότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ιδιωτικός στα ουγγρικά - privát, különjárat, egyéni, magánterület, magán, saját, magán-, ...
- ιδιόμορφος στα ουγγρικά - egyes, sajátságos, különös, sajátos, különleges, jellemző
- ιδιότροπος στα ουγγρικά - hóbortos, temperamentumos, különc, fura, szeszélyes, furcsa, szeszélyesen, ...
- ιδού στα ουγγρικά - íme, Lo, ímé, Min, agh
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tulajdonság, ingatlan, tulajdon, tulajdonjogok, ingatlanok
Μεταφράσεις: tulajdonság, ingatlan, tulajdon, tulajdonjogok, ingatlanok