Ιδιότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: ιδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nitelik, özellik, mülkiyet, özelliği, Gayrimenkul, emlak
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότητα
ιδιότητα αγγλικά, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα darboux, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα μετάφραση, ιδιότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, ιδιότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ιδιωτικός στα τούρκικα - bireysel, kişisel, özel, özel bir, üyeye özel
- ιδιόμορφος στα τούρκικα - acayip, tuhaf, özgü, kendine özgü, özel, has
- ιδιότροπος στα τούρκικα - kaprisli, tuhaf ve Esprili, tuhaf, tuhaf bir, kaprisli bir
- ιδού στα τούρκικα - bak, lo, DÖÇ, ÖÇ, Ç
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nitelik, özellik, mülkiyet, özelliği, Gayrimenkul, emlak
Μεταφράσεις: nitelik, özellik, mülkiyet, özelliği, Gayrimenkul, emlak