Κάδος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κάδος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бункер, кофа, кофата, ведро, на кофата
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάδος
κάδος κομποστοποίησης, κάδος ανατύπωσης, κάδος απορριμάτων, κάδος ανακύκλωσης στα vista, κάδος απόρριψης πάνας, κάδος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κάδος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κάγκελα στα βουλγαρικά - парапети, парапети от, парапет, перила
- κάγκελο στα βουλγαρικά - полоса, стълбче, Banister, парапет, Банистър, перилата
- κάθε στα βουλγαρικά - съгласно, всеки, всяка, всяко, един, на всеки
- κάθετος στα βουλγαρικά - вертикален, вертикална, вертикално, вертикалната, вертикалното
Τυχαίες λέξεις
Κάδος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бункер, кофа, кофата, ведро, на кофата
Μεταφράσεις: бункер, кофа, кофата, ведро, на кофата