Κάδος στα ολλανδικά
Μετάφραση: κάδος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
emmer, bak, bucket
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάδος
κάδος κομποστοποίησης, κάδος ανατύπωσης, κάδος απορριμάτων, κάδος ανακύκλωσης στα vista, κάδος απόρριψης πάνας, κάδος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κάδος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κάγκελα στα ολλανδικά - leuningen, balustrades, relingen, hekwerken, railings
- κάγκελο στα ολλανδικά - scheidsmuur, bar, versperring, barrière, afsluiten, afdammen, belemmeren, ...
- κάθε στα ολλανδικά - ieder, binnen, per, al, in, iedere, te, ...
- κάθετος στα ολλανδικά - verticaal, vertikaal, loodrecht, rechtopstaand, verticale, vertikale, de verticale
Τυχαίες λέξεις
Κάδος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: emmer, bak, bucket
Μεταφράσεις: emmer, bak, bucket