Κέικ στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κέικ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
торта, тортата, кейк, пита, сладкиш
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέικ
κέικ μπανάνας, κέικ με λάδι, κέικ με ταχίνι, κέικ πορτοκάλι, κέικ σοκολάτας, κέικ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κέικ στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κάτω στα βουλγαρικά - надолу, определяне, определяне на, предвидена, за определяне
- κάψουλα στα βουλγαρικά - капсула, капсулата, капсули, на капсули
- κέλυφος στα βουλγαρικά - раковина, черупка, обвивка, черупки, черупката, корпус
- κέντημα στα βουλγαρικά - кур, острие, хуй, бродерия, бродиране, бродерии, за бродиране, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέικ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: торта, тортата, кейк, пита, сладкиш
Μεταφράσεις: торта, тортата, кейк, пита, сладкиш