Κέικ στα δανικά

Μετάφραση: κέικ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kage, kagen, i'et, cake
Κέικ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέικ

κέικ μπανάνας, κέικ με λάδι, κέικ με ταχίνι, κέικ πορτοκάλι, κέικ σοκολάτας, κέικ λεξικό γλώσσας δανικά, κέικ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κάτω στα δανικά - nedad, ned, fastsat, fastsættelse, nede, fastsættelse af
  • κάψουλα στα δανικά - kapsel, kapslen, kapsler
  • κέλυφος στα δανικά - bark, shell, skal, skallen, råtanken
  • κέντημα στα δανικά - broderi, broderier, broderiet, brodering, broderienheden
Τυχαίες λέξεις
Κέικ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kage, kagen, i'et, cake