Κέικ στα ουκρανικά
Μετάφραση: κέικ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кекс, злиток, таблетка, брикет, кусковий, каїк, торт
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέικ
κέικ μπανάνας, κέικ με λάδι, κέικ με ταχίνι, κέικ πορτοκάλι, κέικ σοκολάτας, κέικ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κέικ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κάτω στα ουκρανικά - унизу, нападки, спускати, кінчати, підкоряти, вниз, униз, ...
- κάψουλα στα ουκρανικά - капсуля, тигель, мембрана, капсула, оболонка, капсулу
- κέλυφος στα ουκρανικά - облямовування, патрона, міна, минь, стручок, лушпиння, корпус, ...
- κέντημα στα ουκρανικά - ціноутворення, вартість, вишивка, вишиванка, вишивання, вишивки
Τυχαίες λέξεις
Κέικ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кекс, злиток, таблетка, брикет, кусковий, каїк, торт
Μεταφράσεις: кекс, злиток, таблетка, брикет, кусковий, каїк, торт