Καβουρντίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καβουρντίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завивка, печено, печен, печени, печена, печеното
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουρντίζω
καβουρντίζω αμύγδαλα, καβουρντίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καβουρντίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καβουράκι στα βουλγαρικά - Kavourakia
- καβουρδίζω στα βουλγαρικά - печено, печена, печене, печен, изпечено
- καβούκι στα βουλγαρικά - раковина, черупка, обвивка, черупки, черупката, корпус
- καγκελάριος στα βουλγαρικά - канцлер, канцлера, канцлер на, Ченсълър
Τυχαίες λέξεις
Καβουρντίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: завивка, печено, печен, печени, печена, печеното
Μεταφράσεις: завивка, печено, печен, печени, печена, печеното